-
1 μεσαμβρινόν
μεσᾱμβρινόν, μεσημβρινόςbelonging to noon: masc acc sg (doric)μεσᾱμβρινόν, μεσημβρινόςbelonging to noon: neut nom /voc /acc sg (doric) -
2 μεσημβρινός
A belonging to noon, noontide,εὖτε πόντος ἐν μεσημβριναῖς κοίταις.. εὕδοι πεσών A.Ag. 565
; μεσημβρινοῖσι θάλπεσι in the noonday heats, Id.Th. 431, cf. 381, Ar.Av. 1096;κἂν ἔγρῃ μεσημβρινός Id.V. 774
, cf. Ach.40;μ. δαιμόνιον LXX Ps.90(91).6
; ὁ μ. ᾠδός, of the cicada, AP 9.584.11; τὸ μεσαμβρινόν at noon, Theoc.1.15, 10.48, Luc.Anach.25: without the Art., Nic.Th. 401; ὁ μ. κύκλος the meridian, Euc.Phaen. p.6 M., Gem.2.25: without κύκλος, Arist.Mete. 362b11, 375b29, Hipparch. 3.1.1, al., Str.2.1.10, Cleom.1.8, etc., cf. Theo Sm.p.131 H.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μεσημβρινός
См. также в других словарях:
μεσαμβρινόν — μεσᾱμβρινόν , μεσημβρινός belonging to noon masc acc sg (doric) μεσᾱμβρινόν , μεσημβρινός belonging to noon neut nom/voc/acc sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
MERIDIANUS Daemon — in versino Graeca Psalmo 91. v. 5. et 6.ἀπὸ βέλους πετομένου ἡμέρας, ἀπὸ πρἁτματος εν σκότεί διαπορευομένου, ἀπὸ συμπτώματος καὶ δαιμονίου μεσημβρινοῦ, a sagitta velit ante interdiu: a peste in caligine pervadente, a lue et daemone meridiano.… … Hofmann J. Lexicon universale
μεσημβρινός — Πρόκειται για τη νοητή γραμμή της γήινης σφαίρας, όλα τα σημεία της οποίας έχουν το ίδιο γεωγραφικό μήκος· αυτή η νοητή γραμμή διέρχεται από τους δυο πόλους της Γης. Εξαιτίας της ελλειψοειδούς περιστροφής της Γης, οι γήινοι μ. είναι επίπεδες… … Dictionary of Greek